top of page

Πώς η αρχαία Ελλάδα επηρέασε τη σύγχρονη τέχνη.

 

 

Η έκθεση με τίτλο «Η αρχέγονη Ελλάδα: μεταξύ ονείρου και αρχαιολογίας» που παρουσιάστηκε στο Εθνικό Αρχαιολογικό μουσείο στο Παρίσι, μας χάρισε μια αναδρομή στο παρελθόν, σε δύο χρόνους:

 

Από τη μία, μεταφερθήκαμε στον «αρχαίο» ελληνικό κόσμο της 4ης και 3ης χιλιετίας π.Χ. συναντώντας τα κυκλαδικά ειδώλια και αγγεία, μέχρι τα «ευρήματα» του Μινωικού και του Μυκηναϊκού πολιτισμού.

Και από την άλλη, ανατρέξαμε στο πιο πρόσφατο παρελθόν, μεταξύ του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα, όπου έλαβαν χώρα όλες αυτές οι σπουδαίες αρχαιολογικές ανακαλύψεις που έφεραν στο φως...το παρελθόν μας. Όπως πολύ χαρακτηριστικά αναγράφεται στο ξεκίνημα της έκθεσης «Η Ελλάδα αναδημιούργησε το παρελθόν της ενώ δημιουργούσε το κράτος της».

Έτσι, είχαμε την ευκαιρία να εστιάσουμε στον αντίκτυπο που είχαν αυτά τα μεγίστης σημασίας αρχαιολογικά ευρήματα στον υπόλοιπο κόσμο και πιο συγκεκριμένα στη Γαλλία, την ίδια εποχή που βγήκαν στο φως.

Το γενικό ενδιαφέρον για τη συμμετοχή στην αρχαιολογική σκαπάνη στην Ελλάδα ήταν μεγάλο. Εκτός της ίδρυσης, το 1834, της ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, το 1846 ιδρύεται η Γαλλική Σχολή Αθηνών για τη μελέτη των αρχαιοτήτων, έπεται η Γερμανία με την ίδρυση του ινστιτούτου μελετών το 1874 και θα ακολουθήσουν κι άλλες χώρες. Έτσι, η προσφάτως απελευθερωμένη Ελλάδα, γίνεται ένα πραγματικό πεδίο ανασκαφών παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Όλοι παρακολουθούν τις «ανασκαφικές» εξελίξεις και δέχονται με θαυμασμό και δέος τα σημαντικά ευρήματα που προκύπτουν.

Οι κυρίαρχες φιγούρες του Γερμανού Ερρίκου Σλήμαν και του Άγγλου Άρθουρ Έβανς με των οποίων τα ονόματα έχει συνδεθεί η ανακάλυψη του Μυκηναϊκού και Μινωικού πολιτισμού αντίστοιχα, φαίνεται να έπαιξαν –ηθελημένα ή μη- καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη διάδοση και «επαφή» του αρχαίου ελληνικού πλούτου με το σύγχρονο ευρωπαϊκό «γίγνεσθαι» της εποχής εκείνης. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, στην έκθεση γίνεται σημαντική αναφορά στα ευρήματα και στη δράση τους.

Επίσης, δίνεται ιδιαίτερη σημασία και στην τέχνη της παραγωγής αντιγράφων, ως μια διαδικασία που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξάπλωση της φήμης αυτών των ανακαλύψεων.

Συγκεκριμένα ο πιο γνωστός «προικισμένος καλλιτέχνης» εκείνης της εποχής που κατασκεύαζε αντίγραφα είναι ο Ελβετός Émile Gilliéron ο οποίος εργαζόταν στην Ελλάδα. Σε συνεργασία με μια γερμανική εταιρεία θα εφαρμόσει τη μέθοδο της γαλβανοπλαστικής και θα διαθέσει πολλά αντίγραφα στα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου, συντελώντας έτσι στη διάδοση του πολιτισμού του Αιγαίου εκτός συνόρων.

Η επιρροή αυτών των «αντικειμένων» θα είναι άμεση και αισθητή, κυρίως στον καλλιτεχνικό κόσμο. Όλα αυτά τα ευρήματα του ελλαδικού χώρου, γεμάτα σχήματα, φιγούρες, αναπαραστάσεις φυτών, ζώων και ανθρώπινων μορφών, οι τοιχογραφίες στα ανάκτορα της μινωικής Κρήτης που μας φανερώνουν χρώματα, ενδυμασίες και χίλιες δυο ακόμη νέες ματιές ενός τόσο αρχαίου κόσμου. Όλη αυτή η ανακάλυψη ενός μέχρι τότε κρυμμένου θησαυρού, θα επηρεάσει την αισθητική της σύγχρονης εποχής, αποτελώντας σημαντική πηγή έμπνευσης για δημιουργία και γέννηση νέων ιδεών.

Έτσι, κατά την περιήγησή μας στην έκθεση, αφού έχουμε παρακολουθήσει κάποια από τα βασικά σημεία της ανασκαφικής πορείας στην Ελλάδα, και έχουμε θαυμάσει πληθώρα αντιγράφων και μη από τα σπουδαία αυτά ευρήματα, φτάνουμε τελικά στην τελευταία αίθουσα. Εκεί μας παρουσιάζονται κάποιες συγκεκριμένες καλλιτεχνικές δραστηριότητες της εποχής που μας φανερώνουν με χαρακτηριστικό τρόπο την επίδραση των συγκεκριμένων αρχαιολογικών ανακαλύψεων.

Από τα σκηνικά θεάτρου για τη Φαίδρα του Léon Bakst και τα κουστούμια για τη «Μανία» (La Furie) του Jules Bois, μέχρι την υψηλή ραπτική του Mariano Fortuny και τη διακόσμηση εσωτερικών χώρων για το περίφημο υπερωκεάνιο «Άραμις», οι ελληνικοί «νέοανακαλυφθείς» αρχαίοι πολιτισμοί του Αιγαίου εμπνέουν με την αισθητική τους και «ενώνονται» με το σύγχρονο κόσμο.

Γιατί φαίνεται ότι πρώτη η τέχνη έχει τη δύναμη να «ενώνει» και να «ενσωματώνει» ξεπερνώντας φραγμούς τόσο γεωγραφικούς όσο και χρονικούς.

 

Εύα Τζιμούρτα  22/2/2015

 

 

 

 

Comment la Grèce antique a influencé l’art moderne

 

L’exposition « La Grèce des origines : entre rêve et archéologie » , qui se tient au Musée d’archéologie nationale de Saint Germain en Laye, à Paris, est une immersion dans le passé selon un parcours rétrospectif en deux temps :

 

 D’une part, nous sommes transportés dans le monde grec antique des 4ème et 3ème millénaires avant J-C, au moyen des idoles et vases cycladiques qui nous sont présentés et jusqu’aux découvertes des civilisations mycénienne et minoenne.

D’autre part, nous sommes confrontés à une période historique plus proche, la fin du 19ème et le début du 20ème siècles, où toutes ces fouilles archéologiques extraordinaires ont été réalisées, rendant à la lumière…notre passé. Car, comme il l’est clairement rappelé au commencement de l’exposition : « la Grèce a reconstruit son passé en même temps qu’elle fondait son Etat ».

Notre attention est donc appelée sur l’impact qu’ont eu ces découvertes, d’une importance considérable, sur le reste du monde, et plus précisément en France, à l’époque même où elles furent révélées.

 

L’intérêt  pour les fouilles archéologiques qui se déroulent en Grèce est alors largement répandu, et de tous côtés,  la volonté d’y prendre part est grande. En plus de la fondation en 1834 du Service archéologique grec, l’Ecole française d’Athènes pour l’étude des antiquités est fondée en 1846. Puis, l’Allemagne à son tour crée son propre institut en 1874, suivie par d’autres pays. Ainsi, la Grèce récemment libérée, devient un vaste terrain de fouille qui suscite un intérêt international. Le monde entier se passionne pour le déroulement de ces « fouilles » et les importantes découvertes qui sont faites suscitent l’admiration générale. 

Les figures emblématiques de l’Allemand Heinrich Schliemann et de l’Anglais Arthur Evans, dont les noms sont respectivement étroitement liés à la découverte  des civilisations mycénienne et minoenne, semblent avoir joué, volontairement ou non, un rôle primordial, dans la diffusion d’une vision renouvelée du passé, permettant ainsi les liens qui vont se développer entre l’antiquité grecque, si fertile, et la modernité européenne.

Pour cette raison, l’exposition insiste particulièrement sur les découvertes des deux archéologues et sur la réception dont elles furent l’objet.

 

De plus, une large place est faite à la reproduction, art autant que procédé, qui va contribuer de façon décisive à la connaissance élargie et à la renommée de ces découvertes.

Parmi ces artistes de grand talent, le plus connu est alors Emile Gilleron, qui travaille sur place, en Grèce. En collaboration avec une entreprise allemande, il utilise la méthode des galvanoplasties et vend ainsi beaucoup de reproductions aux grands musées internationaux, contribuant de ce fait à la connaissance des civilisations égéennes dans le monde entier

L’influence de ces découvertes est immédiate et manifeste, surtout dans le domaine des arts et du spectacle. Toutes ces « richesses » jaillies de la terre grecque, ornées de dessins, de figures, de représentations du monde végétal, de formes animales et humaines, mais également de Crête, avec les fresques de Knossos, qui révèlent couleurs et costumes, sont autant de nouveaux regards sur ce monde si ancien.  Cette découverte d’un trésor jusqu’alors caché va influencer l’esthétique de ce début de siècle et constituer une source d’inspiration pour les créateurs, qui y trouveront matière à de nouvelles idées.

Après avoir suivi les repères qui balisent l’itinéraire historiographique des fouilles archéologiques en Grèce, et avoir admiré pléthore de reproductions mais aussi un nombre non négligeable d’originaux, nos déambulations à travers l’exposition nous mènent à la dernière salle. Ici sont rassemblées quelques pièces contemporaines qui attestent avec force l’influence de ces découvertes  archéologiques.

 

Des décors de théâtre pour « Phèdre » de Léon Bakst, des costumes créés pour « La Furie » de Jules Bois, en passant par la haute couture de Mariano Fortuny jusqu’à la décoration intérieure du légendaire paquebot « Aramis », les anciennes civilisations égéennes inspirent les artistes modernes et l’esthétique des antiques nourrit la création contemporaine. Parce qu’en se jouant des frontières géographiques et temporelles, c’est l’art qui  possède le mieux la force « d’unir » et « d’intégrer ».

 

 

Écrit et traduit par Eva Tzimourta  22/5/2015

 

Un magazine franco-grec / Ένα γαλλοελληνικό περιοδικό

Clique, lis, écoute / Κλίκαρε, διάβασε, άκουσε

bottom of page