Les ailes de la Victoire…
Nous nous sommes rendus au musée du Louvre et nous avons approché la « Victoire » qui attire sur elle plus que jamais tous les regards.
Entièrement restaurée, elle a retrouvé sa place en haut de l’escalier Daru, et nous attend, les ailes déployées. Ces ailes si belles.
La différence après restauration est manifeste. Sa silhouette a retrouvé son éclat et beaucoup de détails, peu visibles auparavant, sont maintenant apparents. Ainsi les plis du voile, sa transparence, le dessin des ailes ont gagné une nouvelle visibilité. Mais c’est la victoire de Samothrace, dans sa totalité, qui impressionne le plus.
Dans la salle juste derrière la statue, se tient l’exposition qui lui rend hommage. Comme le titre l’indique « La victoire de Samothrace, redécouvrir un chef d’œuvre », nous suivons son parcours à travers le temps, depuis sa découverte jusqu’à sa récente restauration d’ensemble.
L’île de Samothrace et le sanctuaire des Grands Dieux sont le point de départ et constituent le cadre naturel de la Victoire, qui fut découverte en 1863 par le vice-consul Charles Champoiseau.
On en vient ensuite aux fouilles autrichiennes et américaines dans l’île, qui ont contribué significativement au destin futur de la Victoire et permis de mieux la comprendre. Plus précisément, c’est l’architecte Aloïs Hauser qui va comparer la base de la statue avec des monnaies datant du règne de Démétrios Poliorcète (336-283 av JC), sur lesquelles figure une Victoire sur la proue d’un navire.
A partir de 1938, c’est l’Institut des Beaux Arts de l’Université de New York, qui est en charge des fouilles. En 1950, Jean Charbonneaux, conservateur en chef du département des Antiquités grecques et romaines du Louvre, est invité à participer à la fouille de l’emplacement de la Victoire, au cours de laquelle est trouvée la paume de la main droite de la statue.
Enfin, on passe aux restaurations réalisées depuis sa découverte, et l’on ne peut que constater la fragilité de cette statue en même temps si puissante.
La première restauration a été faite en 1864-1866. A l’époque, laVictoire était exposée dans la même salle que les Caryatides parmi des copies romaines. C’est à cette période qu’on a ajouté une barre métallique à la hanche droite pour assurer son équilibre.
En 1879, à l’arrivée au Louvre des blocs qui constituent la base, est entrepris le premier essai de remontage, où l’on a décidé de sa forme future, sur la base. Après sa deuxième restauration en 1880-1883, la Victoire a été installée tout en haut de l’escalier Daru. Le haut de l’aile droite et une partie du buste, à gauche, sont des moulages en plâtre.
Une troisième intervention a encore eu lieu en 1933-34, et l’on arrive à la période 2013-2014 où l’on a procédé à une restauration d’ensemble. Plus précisément, en septembre 2013, la statue a été déposée et le bateau entièrement démonté. Durant dix mois, la restauration du monument a été conduite par une équipe de huit restaurateurs et un monteur dans la salle des Sept-Cheminées. Les ajouts en plâtre du 19e siècle ont été conservés puisqu’ils font historiquement partie de l’image de la statue. Les 23 blocs du bateau, pesant plus de 27 tonnes, ont été remontés avec plus de précision qu’auparavant. Le bloc moderne, installé entre la statue et le bateau, en 1933, a été retiré pour rendre au monument tout son sens : la déesse Victoire saisie au moment où elle pose triomphalement le pied sur l’avant d’un navire de guerre.
De plus, des chercheurs du Centre de recherche et de restauration des musées de France, le C2RMF, ont examiné et contrôlé l’état des armatures modernes qui soutiennent les ailes et l’arrière du manteau. Sur la partie inférieure de celui-ci, ainsi que sur les ailes, ils ont également détecté des traces de bleu d’Egypte, une couleur qui était probablement mélangée à d’autres.
Ainsi, c’est après bien des interventions que nous sommes parvenus à sa forme actuelle et c’est celle-ci qui nous permet de nous approcher au plus près de sa silhouette d’origine.
Il semble cependant que la Victoire garde encore bien des secrets, puisqu’on continue à ignorer les conditions et les raisons exactes de sa création.
Pourtant, il suffit de la voir nous attendre au sommet de l’escalier ; de la regarder accueillir chaque jour des milliers de visiteurs du monde entier, seuls ou avec leurs familles, appareils photos à la main, munis de bouteilles d’eau et de guides touristiques : étudiants, historiens, musiciens, tous y viennent …
Sa présence impressionnante ne permet pas le doute …il s’agit bien d’une victoire.
De la plus petite victoire quotidienne de chacun de nous, jusqu’à la plus grande !
Elle semble nour rappeler nos propres ailes, des ailes que tous nous possédons mais que souvent nous oublions.
Vers la Victoire …la nôtre !
Écrit et traduit par Eva Tzimourta 14/4/2015
Relecture: Joëlle Cantin
Της Νίκης τα φτερά...
Επισκεφτήκαμε το μουσείο του Λούβρου και βρεθήκαμε κοντά στη Νίκη, η οποία φαίνεται να τραβάει περισσότερο από ποτέ τα βλέμματα πάνω της.
Ανανεωμένη, μετά την πρόσφατη αναστήλωση της, βρίσκει πάλι τη θέση της στην κορυφή των σκαλιών Daru του Λούβρου και μας περιμένει με ανοιχτά...τα φτερά της. Τα όμορφα φτερά της.
Η διαφορά πριν και μετά την αναστήλωση είναι αισθητή. Η θαμπή σιλουέτα της ξαναβρίσκει την καθαρότητά της και αναδεικνύονται λεπτομέρειες που ίσως να μην προσέχαμε προηγουμένως. Οι πτυχές του πέπλου της, η διαφάνεια του, τα πούπουλα των φτερών της, είναι κάποια από τα στοιχεία που γίνονται πιο εμφανή. Όμως η Νίκη της Σαμοθράκης ως σύνολό, είναι που καταφέρνει και γίνεται ακόμη πιο εντυπωσιακή.
Στην πίσω ακριβώς αίθουσα συναντούμε την έκθεση που πραγματοποιείται προς τιμή της. Με το τίτλο «Η Νίκη Της Σαμοθράκης, ανακαλύπτοντας εκ νέου ένα αριστούργημα» (La Victoire de Samothrace, redécouvrir un chef-d’oeuvre), ακολουθούμε την πορεία της μέσα στο χρόνο, από την ανακάλυψη της μέχρι την πρόσφατη ολική αποκατάστασή της.
Ξεκινώντας από το νησί της Σαμοθράκης και το Ιερό των Μεγάλων Θεών, συναντάμε το φυσικό πλαίσιο της Νίκης η οποία ανακαλύφτηκε το 1863 από τον Γάλλο υποπρόξενο Charles Champoiseau.
Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στις αυστριακές και αμερικάνικες ανασκαφές στη Σαμοθράκη, οι οποίες συνέβαλαν ουσιαστικά στη μελλοντική πορεία της Νίκης φέρνοντας στην επιφάνεια νέες γνώσεις. Συγκεκριμένα ο αρχιτέκτονας Aloïs Hauser είναι αυτός που θα συγκρίνει τη βάση της Νίκης με το νόμισμα του Δημήτριου του Πολιορκητή (336-283π.χ) το οποίο εικονίζει ένα μνημείο με τη Νίκη επάνω στο μπροστινό μέρος ενός πλοίου. Από το 1938 την ανασκαφή του χώρου ανέλαβε το Institute of Fine Arts του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Το 1950 ο Jean Charbonneaux, επικεφαλής του τμήματος ελληνικών και ρωμαϊκών αρχαιοτήτων στο Λούβρο, θα κληθεί να συμμετάσχει στην ανασκαφή της θέσης όπου ανακαλύφτηκε η Νίκη. Τότε θα βρεθεί και η παλάμη του δεξιού χεριού της.
Τέλος, περνάμε στις συντηρήσεις της μέσα στο χρόνο, διαπιστώνοντας την ευθραυστότητα αυτού του τόσο δυναμικού κατά τ’ άλλα αγάλματος.
Η πρώτη αναστήλωση έγινε το 1864-1866. Τότε η Νίκη εκτίθετο στην αίθουσα με τις Καρυάτιδες ανάμεσα στα ρωμαϊκά αντίγραφα. Εκείνη την περίοδο της προστέθηκε μία μεταλλική μπάρα στο δεξί ισχίο για να διατηρηθεί η ισορροπία του αγάλματος.
Η πρώτη επανασυναρμολόγηση έγινε το 1879 με την άφιξη στο Λούβρο μερών της βάσης της, εξετάζοντας τη μελλοντική της μορφή. Μετά τη δεύτερη αναστήλωση της το 1880-1883, η Νίκη τοποθετήθηκε στην κορυφή των σκαλιών Daru. Τότε της προστέθηκε με γύψο το πάνω μέρος του αριστερού φτερού της και ένα μέρος του στέρνου της. Η τρίτη παρέμβαση πραγματοποιήθηκε το 1933-1934, μέχρι να φτάσουμε ογδόντα χρόνια μετά, τη χρονιά 2013-2014, όπου έγινε η εξ’ολοκλήρου αναστήλωσή της. Συγκεκριμένα το Σεπτέμβριο του 2013 το άγαλμα αφαιρέθηκε από τη βάση του και το πλοίο αποσυναρμολογήθηκε πλήρως. Επί δέκα μήνες οκτώ συντηρητές και ένας ειδικευμένος σιδηρουργός εργάστηκαν στην αίθουσα του Λούβρου Sept-Cheminées. Τα γύψινα συμπληρώματα του 19ου αιώνα διατηρήθηκαν καθώς αποτελούν μέρος της ιστορικής εικόνας του έργου. Οι 23 ογκόλιθοι του πλοίου που ζυγίζουν πάνω από 27 τόνους συναρμολογήθηκαν εξαρχής με μεγαλύτερη ακρίβεια. Το τεμάχιο που είχε τοποθετηθεί μεταξύ του αγάλματος και του πλοίου το 1933 αφαιρέθηκε για να επανέλθει στο φως ο συμβολισμός του μνημείου: Η θεά Νίκη απεικονίζεται τη στιγμή που ακουμπά θριαμβευτικά το πέλμα στην πλώρη ενός πολεμικού πλοίου.
Επίσης χάρη στη μελέτη των ερευνητών του Κέντρου ερευνών και συντήρησης Γαλλικών Μουσείων, εξέτασαν την κατάσταση των σύγχρονων σκελετών που στηρίζουν τα φτερά και το πίσω μέρος του μανδύα της μορφής. Επίσης ίχνη μπλε αιγυπτιακού χρώματος αποκαλύφθηκαν στο κάτω μέρος του μανδύα της, όπως και στα φτερά όπου πιθανώς είχαν αναμειχθεί με άλλα χρώματα.
Έτσι, μετά το πέρας των εργασιών, φτάνουμε στη σημερινή εικόνα της ώστε να καταφέρουμε να πλησιάσουμε περισσότερο την αλλοτινή της.
Η θεά της Νίκης φαίνεται να κρατά ακόμη καλά κρυμμένα τα μυστικά της, αφού εξακολουθούμε να μη γνωρίζουμε τις ακριβείς συνθήκες της δημιουργίας της.
Όμως, έτσι που την βλέπουμε να μας περιμένει στην κορυφή των σκαλιών, σαν να μας αρκεί. Έτσι που υποδέχεται καθημερινά τόσους χιλιάδες ανθρώπους απ’όλα τα μέρη του κόσμου, μόνους ή με τις οικογένειές τους, με τις φωτογραφικές τους μηχανές, τα μπουκαλάκια με νερό, τους ταξιδιωτικούς οδηγούς τους. Τους φοιτητές, τους ιστορικούς, τους μουσικούς, τους ανθρώπους κάθε είδους... Η εντυπωσιακή της παρουσία δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης. Σίγουρα πρόκειται περί Νίκης...
από την πιο μικρή καθημερινή νίκη του καθένα μας μέχρι τη πιο μεγάλη! Σαν να μας θυμίζει τα φτερά που όλοι έχουμε αλλά συνήθως τα ξεχνάμε...
Προς τη Νίκη!... τη δική μας.
Ευα Τζιμούρτα 14/4/2015